Τη 2α του αυτού μηνός…
Σήμερα η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη των Αγίων:
Νικολάου Πλανά.
Ο Άγιος Νικόλαος γεννήθηκε στη Νάξο το 1851 μ.Χ., από τον Ιωάννη και την Αυγουστίνα. Οι ευσεβείς γονείς του τον ανέθρεψαν με παιδεία και νουθεσία Κυρίου.
Από την παιδική του ηλικία ήταν φιλακόλουθος και διακονούσε πάντοτε στο ιερό τον παππού του ιερέα Γεώργιο Μελισσουργό. Μετά τον θάνατο του πατέρα του ήλθε με την μητέρα του και την αδελφή του στην Αθήνα, όπου έγινε προστάτης αυτών. Νυμφεύτηκε, χήρευσε όμως νωρίς. Η πρεσβυτέρα του απεβίωσε μόλις γεννήθηκε το παιδί τους, ο Γιαννάκης, που το μεγάλωσε μόνος.
Χειροτονείται διάκονος στις 28 Ιουλίου του 1879 μ.Χ., στο ναό Μεταμορφώσεως της Πλάκας, και μετά από πέντε χρόνια, στις 2 Μαρτίου 1884 μ.Χ., χειροτονείται Πρεσβύτερος στο ταπεινό εκκλησάκι του Αγίου Ελισσαίου, στο Μοναστηράκι. Διακονεί στο ιερό θυσιαστήριο επί 50 χρόνια περίπου (1884 – 1932 μ.Χ.), στους ναούς και του Αγίου Παντελεήμονος, κοντά στον Ιλισσό ποταμό, και της ακόμη πτωχότερης και απόμερης τότε Εκκλησίας του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου του λεγομένου «Κυνηγού», στη σημερινή οδό Βουλιαγμένης. Διακρίθηκε ως ο λειτουργικότερος ιερεύς, άνθρωπος προσευχής, του οποίου η ζωή υπήρξε και αναδείχθηκε συνεχής διακονία του Θυσιαστηρίου. Από «φυλακῆς πρωίας μέχρι νυκτός» παρέμενε στο ναό. Ήταν αφιλάργυρος κατά τον τρόπο και πλήρης έργων αγαθών και ελεημοσύνης. Του αρκούσε για τροφή λίγο ψωμί και λίγα χόρτα, τα οποία συνέλεγε ο ίδιος, και κάποιες φορές, λίγο γάλα που του πρόσφεραν βοσκοί στην ερημική τότε περιοχή της ενορίας του. Αλησμόνητες παρέμειναν οι αγρυπνίες τις οποίες ετελούσε στο ναό του Αγίου Ελισσαίου Αθηνών. Αναφέρονται και μαρτυρίες παιδιών, ότι τον έβλεπαν κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας μεταρσιωμένο να στέκεται υπεράνω της γης. Μαρτυρίες δε λογίων, όπως του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη και Αλέξανδρου Μωραϊτίδου, που έψαλλαν στις αγρυπνίες τις οποίες τελούσε, εξαίρουν τη σπάνια και αγία ιερατική αυτού προσωπικότητα.
Ο Γέροντας, αφού έφθασε στα 82 του χρόνια εκοιμήθη οσίως εν ειρήνη το 1932 μ.Χ. και ετάφη μπροστά στον Ναό του Αγίου Ιωάννη του Κυνηγού.
Η Αγία μας Εκκλησία ανεκήρυξε και επισήμως ως άγιο τον Άγιο Νικόλαο τον Πλανά κατά την 135 η Συνοδική Περίοδο (1991 – 1992 μ.Χ.) του Πανσέπτου Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Ησυχίου του Συγκλητικού.
O Άγιος Ησύχιος έζησε στο χρόνια του Γαλερίου Μαξιμιανού, στις αρχές του 4ου αιώνα μ.Χ., και κατείχε το αξίωμα του Συγκλητικού. Όταν ξέσπασε ο διωγμός κατά των Χριστιανών, του προτάθηκε να αρνηθεί την πίστη του και να σώσει τη ζωή του και το αξίωμά του. Όμως ο Ησύχιος δε δίστασε να περιφρονήσει όλες τις τιμές και τις υποσχέσεις και ομολόγησε τη πίστη του. Τότε ο βασιλιάς εξαγριώθηκε και διέταξε να του αφαιρέσουν τα διάσημα του αξιώματός του και να του φορέσουν ταπεινωτικά ενδύματα και στη συνέχεια τον γελοιοποίησε μπροστά σ’ όλους τούς αξιωματούχους. Όμως, ο Άγιος δέχεται τα πάντα αδιαμαρτύρητα. Εξοργισμένος από την ηρωική στάση του Ησύχιου, ο Μαξιμιανός διατάσσει την θανάτωσή του.
Θεοδότου, Επισκόπου Κυρηνείας του Ομολογητού.
Ο Άγιος Θεόδοτος έζησε στις αρχές του 4ου μ.Χ. αιώνα, Επεδείκνυε μεγάλο ζήλο του υπέρ της χριστιανικής πίστης και κατά της ειδωλολατρίας, προκαλώντας την οργή του ηγεμόνα Σαβίνου. Αφού συνέλαβε τον Θεόδοτο , προσπάθησε να τον πείσει ν’ αρνηθεί την πίστη του στο Χριστό. Ο Θεόδοτος όχι μόνο δεν αρνήθηκε την πίστη του, αλλά και μίλησε θαρραλέα στον ηγεμόνα κατά της ειδωλολατρικής πλάνης και τον εξόρκισε ν’ αρνηθεί τους ψεύτικους θεούς. Τότε ο Σαβίνος τον βασάνισε σκληρά, αλλά μπροστά στην εξέγερση του χριστιανικού πληθυσμού, φοβήθηκε και διέταξε να μεταφερθεί ο καταπληγωμένος Ιεράρχης στη φυλακή.
Αλλά και στη φυλακή ο Θεόδοτος δεν εγκατέλειψε το έργο του. Βρήκε ανθρώπους, όπου τους μετέδωσε την αλήθεια και έτσι έκανε μέσα στη φυλακή ένα μικρό ποίμνιο.
Αργότερα, επί Μεγάλου Κωνσταντίνου ελευθερώθηκε και συνέχισε με περισσότερο ζήλο το έργο του. Εκοιμήθη το 315 μ.Χ.
Ιωακείμ του Ιθακήσιου.
Ο Όσιος Ιωακείμ, κατά κόσμον Ιωάννης Πατρίκιος, γεννήθηκε στον οικισμό Καλύβια της Ιθάκης από ευσεβείς και ενάρετους γονείς, τον Άγγελο και την Αγνή.
Ο Ιωάννης σε μικρή ηλικία έχασε την μητέρα του. Ο πατέρας του νυμφεύτηκε και πάλι, αλλά η μητριά του Ιωάννου τον ταλαιπωρούσε και τον βασάνιζε . Ο Άγιος στα δύσκολα αυτά χρόνια, ασκήθηκε στην υπομονή και την ταπείνωση, βρίσκοντας καταφύγιο στην προσευχή, στο εκκλησάκι του Αγίου Σπυρίδωνος, και στην μελέτη των ιερών βιβλίων.
Στην εφηβική του ηλικία εργάσθηκε ως ναυτικός στο καΐκι του πατέρα του, προκαλώντας τον σεβασμό και την εκτίμηση του πληρώματος για τις αρετές και το ήθος του.
Σε κάποιο από τα ταξίδια του βρήκε καταφύγιο στο Άγιο Όρος. Εκεί, στη Μεγίστη Μονή Βατοπαιδίου εκάρη μοναχός και έλαβε το όνομα Ιωακείμ.
Με την έναρξη της Ελληνικής Επαναστάσεως ο Ηγούμενος της μονής αποστέλλει ιεροκήρυκα στην Πελοπόννησο. Εκεί, ο Άγιος διδάσκει, καθοδηγεί, στηρίζει και ενθαρρύνει τους Έλληνες. Επιπλέον, με το καΐκι του εκ Κεφαλληνίας παπα -Γιάννη Μακρή, μεταφέρει από την Πελοπόννησο στα Επτάνησα γέροντες και γυναικόπαιδα, σώζοντάς τους από τις επιδρομές του Ιμπραήμ.
Περί το 1827 μ.Χ. ο Όσιος Ιωακείμ φθάνει στην αγγλοκρατούμενη πατρίδα του Ιθάκη. Για 49 χρόνια διακονεί μέσα στον κόσμο και προφυλάσσει από την αμαρτία, την πλάνη, την αίρεση. Αναφέρονται περιπτώσεις που ο Άγιος προσευχόταν και βρισκόταν επάνω από το έδαφος, πλημμυρισμένος από ουράνιο φως. Ο Θεός του χαρίζει το διορατικό χάρισμα κι έτσι γίνεται σύμβουλος, ο παιδαγωγός εις Χριστόν και ο ιατρός των Ιθακησίων.
Έτσι αφού έζησε ο Όσιος Ιωακείμ, εκοιμήθηκε με ειρήνη το 1868 μ.Χ.
Η επίσημη αναγνώρισή του ως Αγίου της εκκλησίας μας έγινε τον Μάρτιο του 1998 μ.Χ.
Σήμερα, εορτάζουν, επίσης, οι:
- Αγία Ευθαλία η παρθενομάρτυς
- Άγιος Κόιντος Ομολογητής και Θαυματουργός
- Άγιοι Νέστωρ και Τριβιμίος
- Άγιος Τρωάδιος και οι συν αυτώ
- Άγιοι Ανδρόνικος και Αθανασία
- Άγιος Chad
- Άγιος Αμβρόσιος, Πατριάρχης Γεωργίας
- Όσιοι Βαρσανούφιος, Σάββας, Σαββάτιος και Ευφρόσυνος εκ Ρωσίας
- Άγιος Αρσένιος, Επίσκοπος Τβερ της Ρωσίας
- Όσιος Αρέθας ο Έγκλειστος
- Όσιος Αβράμιος εκ Ρωσίας
- Όσιος Αρσένιος εκ Ρωσίας
- Σύναξη της Υπεραγίας Θεοτόκου της Ενθρόνου.